Το Η Εικοστή Τρίτη Λογου

    Risale-i Nur Tercümeleri sitesinden
    Bu sayfa Yirmi Üçüncü Söz sayfasının çevrilmiş sürümü ve çeviri %27 tamamlandı.
    Diğer diller:

    Şu sözün iki mebhası vardır.

    بِسْمِ اللّٰهِ الرَّحْمٰنِ الرَّح۪يمِ

    Μπισμιλλάχιρραχμάνιρραχίμ

    Στο όνομα του Αλλάχ, του Πολυεύσπλαχνου (Ραχμάν), του Οικτίρμονα (Ραχίμ)

    لَقَد۟ خَلَق۟نَا ال۟اِن۟سَانَ فٖٓى اَح۟سَنِ تَق۟وٖيمٍ ۝ ثُمَّ رَدَد۟نَاهُ اَس۟فَلَ سَافِلٖينَ ۝ اِلَّا الَّذٖينَ اٰمَنُوا وَ عَمِلُوا الصَّالِحَاتِ

    ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ

    Θα αναφέρουμε πέντε μόνο από τις χιλιάδες αρετές της πίστης σε «Πέντε Σημεία»([1]).

    Πρώτο Σημείο:

    Μέσα από το φως της πίστης, ο άνθρωπος ανέρχεται στα υπέρτατα των υψηλών και αποκτά μια αξία αντάξια του Παραδείσου. Και μέσα από το σκοτάδι της απιστίας, κατέρχεται στα έσχατα των ταπεινών και ξεπέφτει σε μια θέση που αρμόζει στην Κόλαση. Διότι η πίστη συσχετίζει τον άνθρωπο με τον Πανίσχυρο Πλαστουργό (Sâni'-i Zülcelâl). Η πίστη είναι ένας συσχετισμός. Άρα λοιπόν, ο άνθρωπος αποκτά αξία διά μέσου της θείας καλλιτεχνίας και το πλούμισμα των ονομάτων του Απόλυτου Επιμορφωτή και Συντηρητή (Rabbâni), οι οποίες εκδηλώνονται σε αυτόν μέσω της πίστης.

    Η απιστία αποκόπτει αυτόν τον συσχετισμό. Και εξαιτίας αυτής της αποκοπής η καλλιτεχνία του Επιμορφωτή (Rab), αποκρύβεται. Και η αξία του ευρίσκεται μόνο ως προς το περιεχόμενο της υλικής του υπόστασης. Η ύλη ωστόσο, επειδή έχει μόνο έναν παροδικό, περαστικό και προσωρινό ζωώδη βίο, ουσιαστικά δεν έχει καμία αξία.

    Θα επεξηγήσουμε το μυστήριο αυτό με μια παρομοίωση. Για παράδειγμα: Όπως, ανάμεσα στις τέχνες του ανθρώπου, η αξία των χρησιμοποιηθέντων υλικών, και η αξία της τέχνης, είναι ολοκληρωτικά διαφορετικές. Μερικές φορές είναι ίδιες, μερικές φορές το υλικό είναι πιο πολύτιμο, και μερικές φορές συμβαίνει ώστε τέχνη αξίας πέντε λιρών να βρίσκεται σε υλικό, όπως ένα μέταλλο αξίας πέντε κουρουσίων. Μερικές φορές, ακόμη, μια αντίκα που παρόλο αξίζει ένα εκατομμύριο, το υλικό από το οποίο αποτελείται δεν αξίζει ούτε πέντε κουρούσια. Και έτσι, αν μια τέτοια αντίκα την πάρουν στο παλαιοπωλείο και την συσχετίσουν με έναν λαμπρό και καταξιωμένο καλλιτέχνη παλαιοτέρων εποχών, και ανακοινωθείσας της μνείας του καλλιτέχνη και αυτού του έργου, θα πουληθεί για ένα εκατομμύριο. Ενώ εάν την πάρουν στους παλιατζήδες, θα πουληθεί για πέντε κουρούσια,όσο δηλαδή αξίζει το μέταλλο του.

    Έτσι λοιπόν και ο άνθρωπος είναι μια τέτοια αντίκα και έργο τέχνης του Απόλυτου και Δίκαιου Αλλάχ (Cenâb-ı Hakk). Και είναι ένα τόσο ευαίσθητο και χαριτόβρυτο θαύμα της δύναμης Του, τον οποίο άνθρωπο, έχει δημιουργήσει ως έναν καθρέπτη των αντανακλάσεων των Ονομάτων Του, ως μια βάση των πλουμισμάτων Του, και σε μορφή ενός αντιπροσωπευτικού μικρού δείγματος του σύμπαντος.

    Εάν το φως της πίστης εισδύσει μέσα του, τότε όλα τα μεστά νοήματατων πλουμισμάτων που βρίσκονται πάνω σε αυτόν, δύνανται να αναγνωσθούν μέσου αυτού του φωτός. Αυτός ο πιστός, με αυτήν τη συνείδηση τις μελετά, και μέσου αυτού του συσχετισμού κάνει και τους άλλους να τα διαβάσουν. Δηλαδή, η τέχνη του Επιμορφωτή (Rab) πάνω στον άνθρωπο εκδηλώνεται μέσα από τις έννοιες όπως, «Είμαι δημιούργημα και τεχνούργημα του Πανίσχυρου Πλαστουργού (Sâni'-i Zülcelâl), φανερώνω το έλεος και τη μεγαλοδωρία Του».

    Δηλαδή, η πίστη, η οποία αποτελείται από τον συσχετισμό του ανθρώπου με τον Πλαστουργό του (Sâni'), καθιστά έκδηλα όλα τα έργα τέχνης που υφίστανται στον άνθρωπο. Η αξία του ανθρώπου γίνεται αντίστοιχη εκείνης της τέχνης του Απόλυτου Επιμορφωτή και Συντηρητή (Rabbâni), και δια της εκδήλωσης, ως ένας καθρέφτης προς τον Έναν Αιωνίως Επιζητούμενο Αλλάχ (Samedâni). Άρα λοιπόν, από την άποψη αυτή ο ασήμαντος αυτός άνθρωπος αποκτά το αξίωμα του θείου συνομιλητή πάνω από όλα τα άλλα δημιουργήματα, και του φιλοξενούμενου του Απόλυτου Επιμορφωτή (Rab) αντάξιος του Παραδείσου.

    Ωστόσο, εάν η απιστία, η οποία συνίσταται στην αποκοπή αυτής της συσχέτισης, εισδύσει μέσα στον άνθρωπο, τότε όλα αυτά τα μεστά νοήματα, πλουμίσματα των θείων ονομάτων βυθίζονται στο σκοτάδι και δε μπορούν να αναγνωσθούν. Διότι, εάν ο Πλαστουργός (Sâni') λησμονηθεί, οι πνευματικές πλευρές [του ανθρώπου] που στηρίζονται σε Αυτόν (Sâni') δεν θα γίνουν κατανοητές, και θα παρακμάσουν. Η πλειονότητα αυτών των μεστών νοημάτων θείων τεχνών και ευγενών πνευματικών κεντημάτων θα αποκρυφτεί. Οι υπόλοιπες, αυτές που μπορούν να γίνουν αντιληπτές με το μάτι, θα αποδοθούν σε ταπεινές αιτίες (όπως) φύση και συγκυρία, και θα χάσουν εξ’ ολοκλήρου σε αξία. Ενώ η καθεμιά είναι ένα αστραφτερό διαμάντι, έκαστη καταντά ένα κομμάτι θολό γυαλί. Και η σπουδαιότητα του πλέον, θα είναι μόνο από άποψη υλικής και ζωικής υπόσταση. Και όπως έχουμε πει, ο σκοπός και το αποτέλεσμα της υλικής του υπόστασης είναι μόνο για να περάσει ένα σύντομο και ατελή βίο ως ο πιο ανίσχυρος, ενδεής και πικραμένος των ζώων. Κατόπιν παρακμάζει και αναχωρεί. Να λοιπόν με ποιον τρόπο, η απιστία καταστρέφει την ανθρώπινη αξία και τη μεταμορφώνει από διαμάντι σε άνθρακα.

    Δεύτερο Σημείο:

    Όπως ακριβώς η πίστη είναι ένα φως που φωτίζει τον άνθρωπο και καθιστά ευανάγνωστες όλες τις επίσημες επιστολές του Ενός Αιωνίως Επιζητούμενου Αλλάχ (Samedâni), έτσι ακριβώς φωταγωγεί όλο το σύμπαν, και απελευθερώνει το παρελθόν και το μέλλον από το σκοτάδι. Θα εξηγήσω το μυστήριο αυτό με μια παρομοίωση που είδα κατά τη διάρκεια ενός οράματος, που αφορά σε μια έννοια του εδαφίου :

    اَللهُ وَلِىُّ الَّذِينَ اَمَنُوا يُخْرِجُهُمْ مِنَ الظُّلُمَاتِ اِلَى النُّورِ

    Ήταν ως εξής :

    Είδα σε ένα όραμα μια τρομερή γέφυρα χτισμένη μεταξύ δύο ψηλών βουνών που βρίσκονταν απέναντι το ένα με το άλλο. Κάτω από το γεφύρι βρισκόταν μια κοιλάδα με μεγάλο βάθος. Εγώ ήμουν πάνω στη γέφυρα. Ένα πυκνό σκοτάδι είχε εισβάλει και είχε τυλίξει τη γη και κάθε μέρος του κόσμου. Κοίταξα προς τα δεξιά μου και είδα ένα θεόρατο μνήμα, φασκιωμένο μέσα σε ατέλειωτο πηχτό ζόφος, δηλαδή το φαντάστηκα. Κοίταξα προς τα αριστερά μου και λες και είδα βίαιες καταιγίδες και συμφορές να μαζεύονται και να ετοιμάζονται εν μέσω τρομακτικών κυμάτων μαυρίλας. Κοίταξα από κάτω του γεφυριού και νόμισα πως αντίκρισα μια ανεξιχνίαστη άβυσσο. Κρατούσα ένα αδύναμο φακό εν όψει της τρομακτικής αυτής σκοτεινιάς. Το χρησιμοποίησα και μπόρεσα λίγο να δω με το φως του. Μια κατάσταση τρομακτική σε μεγάλο βαθμό, παρουσιάστηκε μπροστά μου. Ακόμα, μου εμφανίστηκαν τέτοιοι φοβεροί δράκοι, λιοντάρια και τέρατα γύρω μου και πάνω στο γεφύρι μπροστά μου, που αναφώνησα: «Μακάρι να μην είχα αυτόν τον φακό, και να μην έβλεπα αυτήν την τρομακτική κατάσταση!». Σε όποια κατεύθυνση και να τον έστρεφα, την ίδια τρομακτική κατάσταση έβλεπα.

    «Ω! Αυτός ο φακός μόνο μπελάδες στο κεφάλι μου φέρνει!» είπα, και τον πέταξα θυμωμένος στο έδαφος και τον έσπασα. Τότε με το που τον κομμάτιασα, λες και είχα πατήσει τον ηλεκτρικό διακόπτη μιας τεράστιας ηλεκτρικής λάμπας που φώτιζε ολόκληρο τον κόσμο, το σκοτάδι διαλύθηκε μονομιάς. Τα πάντα γέμισαν με το φως αυτής της λάμπας, και εμφάνισε το κάθε τι όπως στην πραγματικότητα ήταν.

    Αντιλήφθηκα πως η γέφυρα που είχα δει ήταν μια λεωφόρος μέσα σε μια πεδιάδα που περνούσε πάνω από επίπεδο έδαφος. Το θεόρατο μνήμα που είχα δει στα δεξιά μου συνειδητοποίησα ότι αποτελείται καθ’ολοκληρίαν από πανέμορφους, χλοερούς κήπους και συναθροίσεις για λατρεία, υπηρεσία, συζήτηση και μνήμη του Αλλάχ υπό την καθοδήγηση φωτισμένων ανθρώπων. Οι γκρεμοί και οι βουνοκορφές στα αριστερά μου που είχα φανταστεί πως ήταν τρικυμιώδεις και θυελλώδεις, αντιλήφθηκα τώρα πως είναι ένας τεράστιος, ευχάριστος και κεφάτος χώρος πανηγύρεως, αναψυχής και απόλαυσης πίσω από βουνά που ήταν στολισμένα και ευάρεστα. Και τα όντα που είχα νομίσει πως ήταν τρομακτικά τέρατα και δράκοι, αντιλήφθηκα πως ήταν γνώριμα κατοικίδια ζώα όπως καμήλες, βόδια, πρόβατα και κατσίκια. Διακηρύσσοντας, اَلْحَمْدُ ِللهِ عَلَى نُورِاْلاِيمَانِ «Ελχάμντου-λιλλάχι-αλέν-νούρ-ιλιμάν, Δόξα τον Αλλάχ, για τοφως της πίστης που μας έχει προσφέρει!», απήγγειλα το εδάφιο, اَللهُوَلِىُّالَّذِينَاَمَنُوايُخْرِجُهُمْ مِنَ الظُّلُمَاتِ اِلَى النُّورِ και αφυπνίστηκα από το όραμα μου.

    Και έτσι, τα δύο αυτά βουνά είναι η αρχή και το τέλος της ζωής. δηλαδή, αυτός ο επίγειος κόσμος και ο κόσμος του μνήματος.

    Η γέφυρα είναι ο δρόμος της ζωής.

    Στα δεξιά βρίσκεται το παρελθόν, και στα αριστερά, το μέλλον.

    Όσο για το μικρό φακό, είναι το ανθρώπινο εγώ, το οποίο είναι εγωιστικό, βασίζεται σε όσα ξέρει, και δε λαμβάνει υπ’ όψιν τη θεία αποκάλυψη.

    Τα πράγματα που φαντάστηκα σαν τέρατα είναι τα γεγονότα και τα περίεργα πλάσματα του κόσμου.

    Έτσι λοιπόν, αυτός ο οποίος εμπιστεύεται το εγώ του, και ξεπέφτει στο σκοτάδι της αφροσύνης και είναι εξαρτημένος στο σκότος της πλάνης μοιάζει με την πρώτη μου κατάσταση στο όραμα, όπου εξαιτίας ελλιπούς και ασύνετης γνώσης σαν το φακό τσέπης, είδε το παρελθόν με τη μορφή ενός τεράστιου μνήματος εν μέσω μαυρίλας εμποτισμένης στην ανυπαρξία. Εμφάνιζε το μέλλον ως ένα τρικυμιώδη τόπο τρόμου εξαρτημένο από τη σύμπτωση.

    Και παρουσίαζε γεγονότα και όντα που είναι το καθένα τους ένας ταπεινός υπάλληλος του Ενός Πάνσοφου και Πανοικτίρμονος Αλλάχ (Hakîm-i Rahîm) να μοιάζουν με τέρατα, έτσι όπως εκφράζει το νόημα του εδαφίου,

    وَالَّذِينَ كَفَرُوآ اَوْلِيَآؤُهُمُ الطَّاغُوتُ يُخْرِجُونَهُمْ مِنَ النُّورِ اِلَى الظُّلُمَاتِ

    Αλλά εάν ένας τέτοιος άνθρωπος επιτύχει τη θεία καθοδήγηση και εισέλθει η πίστη στην καρδιά του, και αν το φαραωνικό του εγώ (νεφς) συντριβεί και λάβει σοβαρά υπ’ όψιν του τη βίβλο του Αλλάχ, θα μοιάσει με τη δεύτερη μου κατάσταση στο όραμα. Τότε το σύμπαν θα πάρει ξαφνικά το χρώμα της μέρας και θα γεμίσει με θείο φως. Ο κόσμος θα απαγγείλει το εδάφιο

    اَللهُ نُورُ السَّمَوَاتِ وَاْلاَرْضِ

    [Ο Αλλάχ είναι το φως των ουρανών και της γης]

    Τότε θα αντιληφθεί με το μάτι της καρδιάς ότι το παρελθόν δεν είναι ένα θεόρατο μνήμα, αλλά το μέρος όπου οι ομάδες των εξαγνισμένων πνευμάτων που έχουν σε κάθε αιώνα επιτελέσει τα καθήκοντα της λατρείας τους υπό την καθοδήγηση κάποιου προφήτου ή αγίου, αναφωνώντας το «Αλλάχου Άκμπαρ! Ο Αλλάχ είναι ο Μέγιστος!» με την ολοκλήρωση των καθηκόντων της ζωής τους, πετούν σε υψηλά αξιώματα, προχωρώντας προοδευτικά στο παρελθόν.

    Κοιτάζοντας προς τα αριστερά του, και μέσα από το φως της πίστης θα διακρίνει στο βάθος ένα υπαίθριο τραπέζι του Πολυεύσπλαχνου Αλλάχ (Rahmân), στημένο σε ανάκτορα μακαριότητας στους κήπους του Παραδείσου, πέρα από τις άλπειες μεταρρυθμίσεις του κόσμου του μνήματος και του κόσμου του υπερπέραν. Και θα συνειδητοποιήσει ότι οι θύελλες, οι σεισμοί και τα βίαια συμβάντα είναι ταπεινοί υπάλληλοι, και θα καταλάβει ότι οι καταιγίδες και οι βροχές της άνοιξης, αν και φαινομενικά είναι τραχιά, ουσιαστικά όμως είναι λεπτεπίλεπτα παραδείγματα σοφίας. Ακόμη, θα δει και το θάνατο ως το προοίμιο στην αιώνια ζωή, και το μνήμα, ως τη θύρα στην παντοτινή ευτυχία. Μπορείς να συγκρίνεις πια μόνος σου τις υπόλοιπες πτυχές και να εφαρμόσεις την πραγματικότητα στην εν λόγω παρομοίωση.

    Τρίτο Σημείο:

    Η Πίστη είναι και φως και δύναμη. Ναι, ένας που αποκτά την αληθινή πίστη μπορεί να προκαλέσει ολάκερο το σύμπαν και ανάλογα με τη δύναμη της πίστης του να λυτρωθεί από την πίεση των γεγονότων. Λέγοντας, «Τεβεκ’έλτου Αλελ’λάχ - Εναποθέτω τις ελπίδες μου και παραδίνομαι στον Αλλάχ!», ταξιδεύει μέσα από τα βουνό-ειδή κύματα των γεγονότων, στο καράβι της ζωής με απόλυτη ασφάλεια. Εμπιστεύεται όλα του τα βάρη στο χέρι της ισχύος του Ενός Παντοδύναμου Αλλάχ (Kadîr-i Mutlak), διαπλέει μέσα από τα εγκόσμια με άνεση, έπειτα βρίσκει ανάπαυση στον κόσμο του μνήματος. Αργότερα μπορεί να πετάξει ψηλά στον Παράδεισο ώστε να εισέλθει στην αιώνια ευτυχία. Διαφορετικά, αν δεν εμπιστεύεται και δεν εναποθέσει τις ελπίδες του στον Αλλάχ, αντί να πετάξει, τα εγκόσμια βάρη θα τον τραβήξουν προς τα κάτω, στα έσχατα των ταπεινών. Διότι: Η πίστη καθιστά αναγκαία την επιβεβαίωση και αποδοχή της θείας Ενάδας (Tevhid), η επιβεβαίωση και αποδοχή της Ενάδας (Tevhid) καθιστά αναγκαία την υποταγή, η υποταγή καθιστά αναγκαία την εμπιστοσύνη στον Αλλάχ, και η εμπιστοσύνη στον Αλλάχ οδηγεί κατ’ ανάγκη στην ευτυχία στον κόσμο αυτό και το υπερπέραν.

    Όμως μην παρεξηγήσετε τα παραπάνω! Η εμπιστοσύνη στονΑλλάχ δεν σημαίνει η απόρριψη των αιτιών ολότελα. Αλλά η προσφυγή στις αιτίες και η αποδοχή αυτών, να αντιλαμβάνονται ως ένα πέπλο αυτού του χεριού της δύναμης. Γνωρίζοντας ότι η προσφυγή στις αιτίες είναι ένα είδος έμπρακτης παράκλησης, προσμένοντας τα αποτελέσματα αποκλειστικά και μόνο από τον Απόλυτο και Δίκαιο Αλλάχ (Cenâb-ı Hakk), να αναγνωρίζεται ότι προέρχονται αποκλειστικά από Αυτόν και μόνο, και έτσι η ευγνωμοσύνη να αποδίδεται μόνο σε Αυτόν.

    Η κατάσταση αυτών που εναποθέτουν τις ελπίδες τους και παραδίνονται στον Αλλάχ, και εκείνων που δεν, μοιάζουν με την παρακάτω ιστορία:

    Μια φορά δύο άντρες φορτωμένοιμε βαριά φορτία στις πλάτες και τα κεφάλια τους, αγοράζοντας δύο εισιτήρια, επιβιβάστηκαν σε ένα μεγάλο καράβι. Μόλις επιβιβάστηκαν σε αυτό, ένας από τους δύο άφησε το φορτίο του στο κατάστρωμα και αφού κάθισε επάνω του το φύλαγε. Ο άλλος, ωστόσο, μια που ήταν και ανόητος και αλαζόνας δεν απέθεσε το φορτίο του.

    Όταν του ειπώθηκε: «Άσε το βαρύ αυτό φορτίο στο κατάστρωμα και νοιώσε άνετα», αποκρίθηκε:

    «Όχι, δεν το βάζω κάτω, μπορεί να χαθεί. Εγώ είμαι δυνατός, θα φυλάξω τα υπάρχοντα μου κουβαλώντας τα στο κεφάλι και την πλάτη μου».

    Του ειπώθηκε ξανά: «Αυτό το αξιόπιστο βασιλικό καράβι που μεταφέρει εσάς και εμάς είναι δυνατότερο, μπορεί να το προστατέψει καλύτερα από σένα. Μπορεί να ζαλιστείς και να πέσεις στη θάλασσα μαζί με το φορτίο σου. Όπως και να’χει σιγά-σιγά θα χάσεις τη δύναμη σου, και βαθμηδόν τα φορτία αυτά θα γίνουν βαρύτερα και η κυρτή σου πλάτη και το άμυαλο κεφάλι σου δεν θα έχουν τη δύναμη να τα αντέξουν. Και αν ο καπετάνιος σε δει στην κατάσταση αυτή, θα πει είτε ότι είσαι τρελός και θα σε απελάσει από το καράβι, ή θα νομίσει ότι είσαι αγνώμονας, κατηγορώντας το πλοίο μας και περιγελώντας μας, και θα διατάξει να μπεις στη φυλακή. Ακόμη γελοιοποιείς τον εαυτό σου μπροστά σε όλους. Λόγω του ότι οι προσεχτικοί αντιλαμβάνονται ότι επιδεικνύεις αδυναμία μέσα από την έπαρση σου, ανικανότητα μέσα από την περηφάνια σου, και ξεπεσμό και υποκρισία μέσα από την επιδεικτική σου προσποίηση, έχεις καταντήσει περίγελος στα μάτια των ανθρώπων. Όλοι γελούν μαζί σου». Οπότε ο δυστυχισμένος αυτός άνθρωπος συνήλθε. Άφησε κάτω στο κατάστρωμα το φορτίο του και κάθισε πάνω του.

    Είπε στον άλλο : «Α! Ο Αλλάχ να ευαρεστείται μαζί σου. Έχω γλιτώσει από αυτήν τη δυσκολία, από τη φυλακή, και από το να γίνω ρεζίλι από μόνος μου».

    Και έτσι, Ω άνθρωπε που δεν εναποθέτεις τις ελπίδες σου και δεν παραδίνεσαι στον Αλλάχ! Σύνελθε και εσύ όπως ο άνθρωπος αυτός, και ανέθεσε τις ελπίδες σου σε Αυτόν, έτσι ώστε να μπορέσεις να απαλλαγείς από το να ζητιανεύεις μπροστά σε ολόκληρο το σύμπαν τρέμοντας μπροστά σε κάθε συμβάν, από την υπερηφάνεια, τη γελιοποίηση του εαυτού σου, την αθλιότητα σου στο υπερπέραν, και τη φυλακή των πιεστικών γεγονότων αυτού του κόσμου…

    Τέταρτο Σημείο:

    Η πίστη, τον άνθρωπο τον κάνει άνθρωπο, μάλιστα δε, τον κάνει και σουλτάνο. Για αυτό λοιπόν, το βασικό καθήκον του ανθρώπου είναι η πίστη και η παράκληση. Η απιστία, τον άνθρωπο τον κάνει ένα άκρως ανίκανο θηριώδες ζώο.

    Από τις χιλιάδες αποδείξεις της υπόθεσης αυτής, οι διαφορές στους τρόπους που τα ζώα και ο άνθρωπος έρχονται στον κόσμο αυτό, είναι μια ξεκάθαρη ένδειξη και μια κατηγορηματική απόδειξη.

    Ναι, οι διαφορές στον τρόπο με τον οποίο εισέρχονται τα ζώα και οι άνθρωποι στον κόσμο αυτόν, φανερώνουν ότι η ανθρωπότητα γίνεται ανθρωπότητα μέσω της πίστης. Διότι όταν τα ζώα φθάνουν στον κόσμο, λες και έχουν τελειοποιηθεί σε έναν άλλο κόσμο, φθάνουν τελειοποιημένα από όλες τις πλευρές σύμφωνα με τις ικανότητες τους· δηλαδή, αποστέλλονται. Μαθαίνουν όλες τις συνθήκες της ζωής τους, τις σχέσεις τους με το σύμπαν, και τους νόμους της ζωής είτε σε δύο ώρες ή δύο μέρες ή δύο μήνες, και καθίστανται γνώστες τους. Ζώα όπως τα σπουργίτια και οι μέλισσες αποκτούν σε είκοσι μέρες την ικανότητα να επιβιώνουν και μεγάλη επίδοση στις δραστηριότητες τους που ο άνθρωπος αποκτά μόνο σε είκοσι χρόνια . το οποίο σημαίνει ότι, τους εμπνέονται.

    Άρα λοιπόν το βασικό καθήκον των ζώων δεν είναι να τελειοποιούνται μέσω της μάθησης και της προόδου αποκτώντας γνώσεις, ούτε να ψάχνουν βοήθεια και να προσφέρουν δεήσεις εκδηλώνοντας την ανικανότητα τους, αλλά αντιθέτως το καθήκον τους είναι να εργάζονται και να δρουν σύμφωνα με τις ικανότητες τους· είναι η λατρεία μέσω των πράξεων.

    Όσο για τον άνθρωπο, έχει ανάγκη να μάθει τα πάντα όταν έρχεται στον κόσμο. είναι αδαής, και δεν μπορεί καν να μάθει πλήρως τις συνθήκες της ζωής σε είκοσι χρόνια. Πράγματι, έχει ανάγκη να συνεχίσει να μαθαίνει μέχρι το τέλος της ζωής του. Ακόμη, αποστέλλεται στον κόσμο με την πλέον αδύναμη και ανεπαρκής κατάσταση, που μπορεί να σηκωθεί στα πόδια του μόνο σε ένα ή δύο χρόνια. Σε δεκαπέντε μόλις χρόνια μπορεί να διακρίνει μεταξύ βλάβης και ωφέλειας, και με τη βοήθεια της πείρας της ανθρωπότητας μόνο, να προσελκύσει πράγματα επωφελή για αυτόν και να αποφύγει άλλα που είναι βλαβερά.

    Άρα αυτό σημαίνει ότι, έμφυτο καθήκον του ανθρώπου είναι να τελειοποιείται μέσω της μάθησης και να διεξάγει προσκύνημα και παράκληση. Δηλαδή, να γνωρίζει τις απαντήσεις στα ερωτήματα: «Με ποιανού ευσπλαχνία διευθύνομαι κατά αυτόν τον τόσο σοφό τρόπο; Μέσω ποιανού γενναιοδωρία επιμορφώνομαι με τόση στοργή; Με ποιανού μεγαθυμία ανατρέφομαι με τόση τρυφερότητα και υπηρετούμαι;». Και είναι επίσης, να εκλιπαρεί και να ικετεύει για τις ανάγκες του τις οποίες ούτε στη μία από τις χίλιες δεν μπορεί να απλώσει τα χέρια του, στον Μοναδικό Τροφοδότη των Αναγκών (Kadı-ül Hâcât) μέσα από τη γλώσσα της ανεπάρκειας και της πτώχειας . και να τις ζητά από Αυτόν. Δηλαδή καθήκον του είναι να περιίπταται στο ανώτερο αξίωμα λατρείας και υποτελείας με τις φτερούγες της ανεπάρκειας και της πτώχειας.

    Αυτό σημαίνει ότι, ο άνθρωπος έχει έρθει στον κόσμο αυτόν για να τελειοποιηθεί διαμέσου της γνώσης και της παράκλησης. Σε σχέση με τις ιδιότητες και τις ικανότητες του, τα πάντα συνδέονται με τη γνώση. Και το θεμέλιο, η πηγή, το φως και το πνεύμα κάθε αληθινής γνώσης είναι η γνώση περί του Αλλάχ (Μarifetullah), και η βάση και η ουσία της οποίας είναι η πίστη στον Αλλάχ.

    Επιπλέον, μια που ο άνθρωπος υπόκειται σε ατελείωτες δοκιμασίες και πλήττεται από αναρίθμητους εχθρούς παρόλη του την απεριόριστη ανικανότητα, και υποφέρει από ατελείωτες ανάγκες και έχει αναρίθμητες επιθυμίες παρόλη την απέραντη φτώχεια του, ελθούσης της πίστης, το βασικό του έμφυτο καθήκον είναι η «Παράκληση». Όσο για την παράκληση, είναι η βάση της λατρείας.

    Όπως για παράδειγμα, ένα παιδί που με σκοπό να διασφαλίσει μια επιθυμία του, που δεν μπορεί να αποκτήσει μόνο του, είτε θα κλάψει είτε θα το ζητήσει, δηλαδή, θα παρακαλέσει με τη βοήθεια της γλώσσας της ανικανότητας του, είτε με πράξη είτε με λόγο, και θα επιτύχει να το εξασφαλίσει. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο άνθρωπος είναι σαν ένα τέτοιο λεπτεπίλεπτο, χαϊδεμένο παιδί μέσα στον κόσμο όλων των ζωντανών δημιουργημάτων. Και πρέπει, είτε να δακρυρροεί μπρος στην αυλή του Πλέον Ελεήμονος και Οικτίρμων Αλλάχ (Rahmanürrahîm) μέσα από την αδυναμία και ανικανότητά του, ή να ικετεύει μέσα από τη φτώχεια και την ανάγκη του. Έτσι ώστε οι προσδοκίες του να του υποταχθούν ή ακόμη να προσφέρει ευχαριστίες για αυτά που του έχουν ήδη υποταχθεί. Διαφορετικά σαν ένα οκνηρό παιδί που κραυγάζει για το παραμικρό, λέγοντας: «Εγώ καθυποτάσσω πράγματα που είναι αδύνατο να καθυποταχθούν, με τη δική μου δύναμη! Και αναγκάζω πράγματα χίλιες φορές ισχυρότερα, να με υπακούουν μέσω των δικών μου μέτρων και ιδεών!», παρεκκλίνει στην αγνωμοσύνη για τις δωρεές που λαμβάνει. Και όπως ακριβώς αυτό είναι αντίθετο στην έμφυτη φύση του ανθρώπου, έτσι ακριβώς καθιστά τον εαυτό του επάξιο αυστηρής τιμωρίας.

    BEŞİNCİ NOKTA

    İman, duayı bir vesile-i kat’iye olarak iktiza ettiği ve fıtrat-ı insaniye, onu şiddetle istediği gibi; Cenab-ı Hak dahi “Duanız olmazsa ne ehemmiyetiniz var?” mealinde قُل۟ مَا يَع۟بَؤُا بِكُم۟ رَبّٖى لَو۟لَا دُعَٓاؤُكُم۟ ferman ediyor. Hem اُد۟عُونٖٓى اَس۟تَجِب۟ لَكُم۟ emrediyor.

    Eğer desen: “Birçok defa dua ediyoruz, kabul olmuyor. Halbuki âyet umumîdir, her duaya cevap var ifade ediyor.”

    Elcevap: Cevap vermek ayrıdır, kabul etmek ayrıdır. Her dua için cevap vermek var; fakat kabul etmek, hem ayn-ı matlubu vermek Cenab-ı Hakk’ın hikmetine tabidir. Mesela, hasta bir çocuk çağırır: “Yâ Hekim! Bana bak.” Hekim: “Lebbeyk” der, “Ne istersin?” cevap verir. Çocuk: “Şu ilacı ver bana” der. Hekim ise ya aynen istediğini verir, yahut onun maslahatına binaen ondan daha iyisini verir, yahut hastalığına zarar olduğunu bilir, hiç vermez. İşte Cenab-ı Hak, Hakîm-i Mutlak hazır nâzır olduğu için abdin duasına cevap verir. Vahşet ve kimsesizlik dehşetini, huzuruyla ve cevabıyla ünsiyete çevirir. Fakat insanın heva-perestane ve heveskârane tahakkümüyle değil, belki hikmet-i Rabbaniyenin iktizasıyla ya matlubunu veya daha evlâsını verir veya hiç vermez.

    Hem dua bir ubudiyettir. Ubudiyet ise semeratı uhreviyedir. Dünyevî maksatlar ise o nevi dua ve ibadetin vakitleridir. O maksatlar, gayeleri değil. Mesela, yağmur namazı ve duası bir ibadettir. Yağmursuzluk, o ibadetin vaktidir. Yoksa o ibadet ve o dua, yağmuru getirmek için değildir. Eğer sırf o niyet ile olsa o dua, o ibadet hâlis olmadığından kabule lâyık olmaz. Nasıl ki güneşin gurûbu, akşam namazının vaktidir. Hem güneşin ve ayın tutulmaları, küsuf ve husuf namazları denilen iki ibadet-i mahsusanın vakitleridir. Yani gece ve gündüzün nurani âyetlerinin nikablanmasıyla bir azamet-i İlahiyeyi ilana medar olduğundan, Cenab-ı Hak ibadını o vakitte bir nevi ibadete davet eder. Yoksa o namaz, açılması ve ne kadar devam etmesi, müneccim hesabıyla muayyen olan ay ve güneşin husuf ve küsuflarının inkişafları için değildir. Aynı onun gibi yağmursuzluk dahi yağmur namazının vaktidir. Ve beliyyelerin istilası ve muzır şeylerin tasallutu, bazı duaların evkat-ı mahsusalarıdır ki insan o vakitlerde aczini anlar, dua ile niyaz ile Kadîr-i Mutlak’ın dergâhına iltica eder.

    Eğer dua çok edildiği halde beliyyeler def’olunmazsa denilmeyecek ki: “Dua kabul olmadı.” Belki denilecek ki: “Duanın vakti, kaza olmadı.” Eğer Cenab-ı Hak, fazl ve keremiyle belayı ref’etse nurun alâ nur; o vakit dua vakti biter, kaza olur.

    Demek dua, bir sırr-ı ubudiyettir. Ubudiyet ise hâlisen livechillah olmalı. Yalnız aczini izhar edip dua ile ona iltica etmeli. Rububiyetine karışmamalı. Tedbiri ona bırakmalı. Hikmetine itimat etmeli. Rahmetini ittiham etmemeli.

    Evet hakikat-i halde âyât-ı beyyinatın beyanıyla sabit olan: Bütün mevcudat, her birisi birer mahsus tesbih ve birer hususi ibadet, birer has secde ettikleri gibi bütün kâinattan dergâh-ı İlahiyeye giden, bir duadır.

    Ya istidat lisanıyladır. Bütün nebatatın duaları gibi ki her biri lisan-ı istidadıyla Feyyaz-ı Mutlak’tan bir suret talep ediyorlar ve esmasına bir mazhariyet-i münkeşife istiyorlar.

    Veya ihtiyac-ı fıtrî lisanıyladır. Bütün zîhayatın, iktidarları dâhilinde olmayan hâcat-ı zaruriyeleri için dualarıdır ki her birisi o ihtiyac-ı fıtrî lisanıyla Cevvad-ı Mutlak’tan idame-i hayatları için bir nevi rızık hükmünde bazı metalibi istiyorlar.

    Veya lisan-ı ıztırarıyla bir duadır ki muztar kalan her bir zîruh; kat’î bir iltica ile dua eder, bir hâmi-i meçhulüne iltica eder, belki Rabb-i Rahîm’ine teveccüh eder. Bu üç nevi dua, bir mani olmazsa daima makbuldür.

    Dördüncü nevi ki, en meşhurudur, bizim duamızdır. Bu da iki kısımdır: Biri, fiilî ve halî; diğeri, kalbî ve kālîdir. Mesela, esbaba teşebbüs, bir dua-yı fiilîdir. Esbabın içtimaı, müsebbebi icad etmek için değil, belki lisan-ı hal ile müsebbebi Cenab-ı Hak’tan istemek için bir vaziyet-i marziye almaktır. Hattâ çift sürmek hazine-i rahmet kapısını çalmaktır. Bu nevi dua-yı fiilî, Cevvad-ı Mutlak’ın isim ve unvanına müteveccih olduğundan kabule mazhariyeti ekseriyet-i mutlakadır.

    İkinci kısım; lisan ile kalp ile dua etmektir. Eli yetişmediği bir kısım metalibi istemektir. Bunun en mühim ciheti, en güzel gayesi, en tatlı meyvesi şudur ki: “Dua eden adam anlar ki birisi var; onun hatırat-ı kalbini işitir, her şeye eli yetişir, her bir arzusunu yerine getirebilir, aczine merhamet eder, fakrına meded eder.”

    İşte ey âciz insan ve ey fakir beşer! Dua gibi hazine-i rahmetin anahtarı ve tükenmez bir kuvvetin medarı olan bir vesileyi elden bırakma, ona yapış, a’lâ-yı illiyyîn-i insaniyete çık. Bir sultan gibi bütün kâinatın dualarını kendi duan içine al. Bir abd-i küllî ve bir vekil-i umumî gibi اِيَّاكَ نَس۟تَعٖينُ de. Kâinatın güzel bir takvimi ol.

    İKİNCİ MEBHAS

    İnsanın saadet ve şakavetine medar beş nükteden ibarettir.

    İnsan ahsen-i takvimde yaratıldığı ve ona gayet câmi’ bir istidat verildiği için esfel-i safilînden tâ a’lâ-yı illiyyîne, ferşten tâ arşa, zerreden tâ şemse kadar dizilmiş olan makamata, meratibe, derecata, derekata girebilir ve düşebilir bir meydan-ı imtihana atılmış, nihayetsiz sukut ve suuda giden iki yol onun önünde açılmış bir mu’cize-i kudret ve netice-i hilkat ve acube-i sanat olarak şu dünyaya gönderilmiştir. İşte insanın şu dehşetli terakki ve tedennisinin sırrını beş nüktede beyan edeceğiz.

    BİRİNCİ NÜKTE

    İnsan, kâinatın ekser envaına muhtaç ve alâkadardır. İhtiyacatı âlemin her tarafına dağılmış, arzuları ebede kadar uzanmış. Bir çiçeği istediği gibi koca bir baharı da ister. Bir bahçeyi arzu ettiği gibi ebedî cenneti de arzu eder. Bir dostunu görmeye müştak olduğu gibi Cemil-i Zülcelal’i de görmeye müştaktır. Başka bir menzilde duran bir sevdiğini ziyaret etmek için o menzilin kapısını açmaya muhtaç olduğu gibi; berzaha göçmüş yüzde doksan dokuz ahbabını ziyaret etmek ve firak-ı ebedîden kurtulmak için koca dünyanın kapısını kapayacak ve bir mahşer-i acayip olan âhiret kapısını açacak, dünyayı kaldırıp âhireti yerine kuracak ve koyacak bir Kadîr-i Mutlak’ın dergâhına ilticaya muhtaçtır.

    İşte şu vaziyette bir insana hakiki Mabud olacak; yalnız, her şeyin dizgini elinde, her şeyin hazinesi yanında, her şeyin yanında nâzır, her mekânda hazır, mekândan münezzeh, aczden müberra, kusurdan mukaddes, nakıstan muallâ bir Kadîr-i Zülcelal, bir Rahîm-i Zülcemal, bir Hakîm-i Zülkemal olabilir. Çünkü nihayetsiz hâcat-ı insaniyeyi îfa edecek, ancak nihayetsiz bir kudret ve muhit bir ilim sahibi olabilir. Öyle ise mabudiyete lâyık yalnız odur.

    İşte ey insan! Eğer yalnız ona abd olsan bütün mahlukat üstünde bir mevki kazanırsın. Eğer ubudiyetten istinkâf etsen âciz mahlukata zelil bir abd olursun. Eğer enaniyetine ve iktidarına güvenip tevekkül ve duayı bırakıp tekebbür ve davaya sapsan, o vakit iyilik ve icad cihetinde arı ve karıncadan daha aşağı, örümcek ve sinekten daha zayıf düşersin. Şer ve tahrip cihetinde dağdan daha ağır, taundan daha muzır olursun.

    Evet ey insan! Sende iki cihet var: Birisi, icad ve vücud ve hayır ve müsbet ve fiil cihetidir. Diğeri; tahrip, adem, şer, nefiy, infial cihetidir. Birinci cihet itibarıyla arıdan, serçeden aşağı; sinekten, örümcekten daha zayıfsın. İkinci cihet itibarıyla dağ, yer, göklerden geçersin. Onların çekindiği ve izhar-ı acz ettikleri bir yükü kaldırırsın. Onlardan daha geniş, daha büyük bir daire alırsın. Çünkü sen iyilik ve icad ettiğin vakit, yalnız vüs’atin nisbetinde, elin ulaşacak derecede, kuvvetin yetişecek mertebede iyilik ve icad edebilirsin. Eğer fenalık ve tahrip etsen, o vakit fenalığın tecavüz ve tahribin intişar eder.

    Mesela küfür; bir fenalıktır, bir tahriptir, bir adem-i tasdiktir. Fakat o tek seyyie; bütün kâinatın tahkirini ve bütün esma-i İlahiyenin tezyifini, bütün insaniyetin terzilini tazammun eder. Çünkü şu mevcudatın âlî bir makamı, ehemmiyetli bir vazifesi vardır. Zira onlar, mektubat-ı Rabbaniye ve meraya-yı Sübhaniye ve memurîn-i İlahiyedirler. Küfür ise onları âyinedarlık ve vazifedarlık ve manidarlık makamından düşürüp abesiyet ve tesadüfün oyuncağı derekesine ve zeval ve firakın tahribiyle çabuk bozulup değişen mevadd-ı fâniyeye ve ehemmiyetsizlik, kıymetsizlik, hiçlik mertebesine indirdiği gibi; bütün kâinatta ve mevcudatın âyinelerinde nakışları ve cilveleri ve cemalleri görünen esma-i İlahiyeyi inkâr ile tezyif eder. Ve insanlık denilen, bütün esma-i kudsiye-i İlahiyenin cilvelerini güzelce ilan eden bir kaside-i manzume-i hikmet ve bir şecere-i bâkiyenin cihazatını câmi’ çekirdek-misal bir mu’cize-i kudret-i bâhire ve emanet-i kübrayı uhdesine almakla yer, gök, dağa tefevvuk eden ve melâikeye karşı rüçhaniyet kazanan bir sahib-i mertebe-i hilafet-i arziyeyi; en zelil bir hayvan-ı fâni-i zâilden daha zelil, daha zayıf, daha âciz, daha fakir bir derekeye atar. Ve manasız, karmakarışık, çabuk bozulur bir âdi levha derekesine indirir.

    Elhasıl, nefs-i emmare tahrip ve şer cihetinde nihayetsiz cinayet işleyebilir, fakat icad ve hayırda iktidarı pek azdır ve cüz’îdir. Evet, bir haneyi bir günde harap eder, yüz günde yapamaz. Lâkin eğer enaniyeti bıraksa, hayrı ve vücudu tevfik-i İlahiyeden istese, şer ve tahripten ve nefse itimattan vazgeçse, istiğfar ederek tam abd olsa o vakit يُبَدِّلُ اللّٰهُ سَيِّئَاتِهِم۟ حَسَنَاتٍ sırrına mazhar olur. Ondaki nihayetsiz kabiliyet-i şer, nihayetsiz kabiliyet-i hayra inkılab eder. Ahsen-i takvim kıymetini alır, a’lâ-yı illiyyîne çıkar.

    İşte ey gafil insan! Bak Cenab-ı Hakk’ın fazlına ve keremine! Seyyieyi bir iken bin yazmak, haseneyi bir yazmak veya hiç yazmamak adalet olduğu halde; bir seyyieyi bir yazar, bir haseneyi on, bazen yetmiş, bazen yedi yüz, bazen yedi bin yazar. Hem şu nükteden anla ki o müthiş cehenneme girmek ceza-yı ameldir, ayn-ı adildir. Fakat cennete girmek, mahz-ı fazıldır.

    İKİNCİ NÜKTE

    İnsanda iki vecih var. Birisi, enaniyet cihetinde şu hayat-ı dünyeviyeye nâzırdır. Diğeri, ubudiyet cihetinde hayat-ı ebediyeye bakar.

    Evvelki vecih itibarıyla öyle bir bîçare mahluktur ki sermayesi yalnız ihtiyardan bir şa’re (saç) gibi cüz’î bir cüz-i ihtiyarî ve iktidardan zayıf bir kesb ve hayattan çabuk söner bir şule ve ömürden çabuk geçer bir müddetçik ve mevcudiyetten çabuk çürür küçük bir cisimdir. O haliyle beraber kâinatın tabakatında serilmiş hadsiz envaın hesapsız efradından nazik, zayıf bir fert olarak bulunuyor.

    İkinci vecih itibarıyla ve bilhassa ubudiyete müteveccih acz ve fakr cihetinde pek büyük bir vüs’ati var, pek büyük bir ehemmiyeti bulunuyor. Çünkü Fâtır-ı Hakîm, insanın mahiyet-i maneviyesinde nihayetsiz azîm bir acz ve hadsiz cesîm bir fakr dercetmiştir. Tâ ki kudreti nihayetsiz bir Kadîr-i Rahîm ve gınası nihayetsiz bir Ganiyy-i Kerîm bir zatın hadsiz tecelliyatına câmi’ geniş bir âyine olsun.

    Evet insan bir çekirdeğe benzer. Nasıl ki o çekirdeğe kudretten manevî ve ehemmiyetli cihazat ve kaderden ince ve kıymetli program verilmiş. Tâ ki toprak altında çalışıp, tâ o dar âlemden çıkıp, geniş olan hava âlemine girip, Hâlık’ından istidat lisanıyla bir ağaç olmasını isteyip kendine lâyık bir kemal bulsun.

    Eğer o çekirdek, sû-i mizacından dolayı ona verilen cihazat-ı maneviyeyi, toprak altında bazı mevadd-ı muzırrayı celbine sarf etse o dar yerde kısa bir zamanda faydasız tefessüh edip çürüyecektir.

    Eğer o çekirdek, o manevî cihazatını فَالِقُ ال۟حَبِّ وَالنَّوٰى nın emr-i tekvinîsini imtisal edip hüsn-ü istimal etse o dar âlemden çıkacak, meyvedar koca bir ağaç olmakla küçücük cüz’î hakikati ve ruh-u manevîsi, büyük bir hakikat-i külliye suretini alacaktır.

    İşte aynen onun gibi insanın mahiyetine, kudretten ehemmiyetli cihazat ve kaderden kıymetli programlar tevdi edilmiş. Eğer insan, şu dar âlem-i arzîde, hayat-ı dünyeviye toprağı altında o cihazat-ı maneviyesini nefsin hevesatına sarf etse bozulan çekirdek gibi bir cüz’î telezzüz için kısa bir ömürde, dar bir yerde ve sıkıntılı bir halde çürüyüp tefessüh ederek mes’uliyet-i maneviyeyi bedbaht ruhuna yüklenecek, şu dünyadan göçüp gidecektir.

    Eğer o istidat çekirdeğini İslâmiyet suyu ile imanın ziyasıyla ubudiyet toprağı altında terbiye ederek evamir-i Kur’aniyeyi imtisal edip cihazat-ı maneviyesini hakiki gayelerine tevcih etse; elbette âlem-i misal ve berzahta dal ve budak verecek ve âlem-i âhiret ve cennette hadsiz kemalât ve nimetlere medar olacak bir şecere-i bâkiyenin ve bir hakikat-i daimenin cihazatına câmi’ kıymettar bir çekirdek ve revnaktar bir makine ve bu şecere-i kâinatın mübarek ve münevver bir meyvesi olacaktır.

    Evet, hakiki terakki ise insana verilen kalp, sır, ruh, akıl hattâ hayal ve sair kuvvelerin hayat-ı ebediyeye yüzlerini çevirerek her biri kendine lâyık hususi bir vazife-i ubudiyet ile meşgul olmaktadır. Yoksa ehl-i dalaletin terakki zannettikleri, hayat-ı dünyeviyenin bütün inceliklerine girmek ve zevklerinin her çeşitlerini, hattâ en süflîsini tatmak için bütün letaifini ve kalp ve aklını nefs-i emmareye musahhar edip yardımcı verse; o terakki değil, sukuttur. Şu hakikati bir vakıa-i hayaliyede, şöyle bir temsilde gördüm ki:

    Ben büyük bir şehre giriyorum. Baktım ki o şehirde büyük saraylar var. Bazı sarayların kapısına bakıyorum, gayet şenlik, parlak bir tiyatro gibi nazar-ı dikkati celbeder, herkesi eğlendirir bir cazibedarlık vardı. Dikkat ettim ki o sarayın efendisi kapıya gelmiş, it ile oynuyor ve oynamasına yardım ediyor. Hanımlar, yabani gençlerle tatlı sohbetler ediyorlar. Yetişmiş kızlar dahi çocukların oynamasını tanzim ediyorlar. Kapıcı da onlara kumandanlık eder gibi bir aktör tavrını almış. O vakit anladım ki o koca sarayın içerisi bomboş. Hep nazik vazifeler, muattal kalmış. Ahlâkları, sukut etmiş ki kapıda bu sureti almışlardır.

    Sonra geçtim, bir büyük saraya daha rast geldim. Gördüm ki kapıda uzanmış vefadar bir it ve kaba, sert, sakin bir kapıcı ve sönük bir vaziyet vardı. Merak ettim. Ne için o öyle, bu böyle? İçeriye girdim. Baktım ki içerisi çok şenlik. Daire daire üstünde, ayrı ayrı nazik vazifeler ile saray ehli meşguldürler. Birinci dairedeki adamlar sarayın idaresini, tedbirini görüyorlar. Üstündeki dairede kızlar, çocuklar ders okuyorlar. Daha üstünde hanımlar, gayet latîf sanatlar, güzel nakışlarla iştigal ediyorlar. En yukarıda efendi, padişahla muhabere edip halkın istirahatini temin için ve kendi kemalâtı ve terakkiyatı için kendine has ve ulvi vazifeler ile iştigal ediyor gördüm. Ben onlara görünmediğim için “Yasak” demediler, gezebildim.

    Sonra çıktım, baktım. O şehrin her tarafında bu iki kısım saraylar var. Sordum, dediler: “O kapısı şenlik ve içi boş saraylar, kâfirlerin ileri gelenlerinindir ve ehl-i dalaletindir. Diğerleri, namuslu Müslüman büyüklerinindir.” Sonra bir köşede bir saraya rast geldim. Üstünde “Said” ismini gördüm. Merak ettim. Daha dikkat ettim, suretimi üstünde gördüm gibi bana geldi. Kemal-i taaccübümden bağırarak aklım başıma geldi, ayıldım.

    İşte o vakıa-i hayaliyeyi sana tabir edeceğim. Allah hayretsin.

    İşte o şehir ise hayat-ı içtimaiye-i beşeriye ve medine-i medeniyet-i insaniyedir. O sarayların her birisi, birer insandır. O saray ehli ise insandaki göz, kulak, kalp, sır, ruh, akıl gibi letaif ve nefis ve heva ve kuvve-i şeheviye ve kuvve-i gazabiye gibi şeylerdir. Her bir insanda her bir latîfenin ayrı ayrı vazife-i ubudiyetleri var. Ayrı ayrı lezzetleri, elemleri var. Nefis ve heva, kuvve-i şeheviye ve gazabiye, bir kapıcı ve it hükmündedirler. İşte o yüksek letaifi, nefis ve hevaya musahhar etmek ve vazife-i asliyelerini unutturmak, elbette sukuttur, terakki değildir. Sair cihetleri sen tabir edebilirsin.

    ÜÇÜNCÜ NÜKTE

    İnsan, fiil ve amel cihetinde ve sa’y-i maddî itibarıyla zayıf bir hayvandır, âciz bir mahluktur. Onun o cihetteki daire-i tasarrufatı ve mâlikiyeti o kadar dardır ki elini uzatsa ona yetişebilir. Hattâ, insanın eline dizginini veren hayvanat-ı ehliye, insanın zaaf ve acz ve tembelliğinden birer hisse almışlardır ki yabani emsallerine kıyas edildikleri vakit, azîm fark görünür (Ehlî keçi ve öküz, yabani keçi ve öküz gibi).

    Fakat o insan, infial ve kabul ve dua ve sual cihetinde, şu dünya hanında aziz bir yolcudur. Ve öyle bir Kerîm’e misafir olmuş ki nihayetsiz rahmet hazinelerini ona açmış. Ve hadsiz bedî’ masnuatını ve hizmetkârlarını ona musahhar etmiş. Ve o misafirin tenezzühüne ve temaşasına ve istifadesine öyle büyük bir daire açıp müheyya etmiştir ki o dairenin nısf-ı kutru –yani merkezden muhit hattına kadar– gözün kestiği miktar, belki hayalin gittiği yere kadar geniştir ve uzundur.

    İşte eğer insan, enaniyetine istinad edip hayat-ı dünyeviyeyi gaye-i hayal ederek derd-i maişet içinde muvakkat bazı lezzetler için çalışsa, gayet dar bir daire içinde boğulur, gider. Ona verilen bütün cihazat ve âlât ve letaif, ondan şikâyet ederek haşirde onun aleyhinde şehadet edeceklerdir ve davacı olacaklardır.

    Eğer kendini misafir bilse misafir olduğu Zat-ı Kerîm’in izni dairesinde sermaye-i ömrünü sarf etse, öyle geniş bir daire içinde uzun bir hayat-ı ebediye için güzel çalışır ve teneffüs edip istirahat eder. Sonra a’lâ-yı illiyyîne kadar gidebilir. Hem de bu insana verilen bütün cihazat ve âlât, ondan memnun olarak âhirette lehinde şehadet ederler.

    Evet insana verilen bütün cihazat-ı acibe, bu ehemmiyetsiz hayat-ı dünyeviye için değil, belki pek ehemmiyetli bir hayat-ı bâkiye için verilmişler. Çünkü insanı hayvana nisbet etsek görüyoruz ki insan, cihazat ve âlât itibarıyla çok zengindir, yüz derece hayvandan daha ziyadedir. Hayat-ı dünyeviye lezzetinde ve hayvanî yaşayışında yüz derece aşağı düşer. Çünkü her gördüğü lezzetinde bir elem izi vardır. Geçmiş zamanın elemleri ve gelecek zamanın korkuları ve her bir lezzetin dahi elem-i zevali, onun zevklerini bozuyor ve lezzetinde bir iz bırakıyor. Fakat hayvan öyle değil. Elemsiz bir lezzet alır, kedersiz bir zevk eder. Ne geçmiş zamanın elemleri onu incitir, ne de gelecek zamanın korkuları onu ürkütür. Rahatla yaşar, yatar, Hâlık’ına şükreder.

    Demek ahsen-i takvim suretinde yaratılan insan, hayat-ı dünyeviyeye hasr-ı fikr etse; yüz derece sermayece hayvandan yüksek olduğu halde, yüz derece serçe kuşu gibi bir hayvandan aşağı düşer. Başka bir yerde bir temsil ile bu hakikati beyan etmiştim. Münasebet geldi, yine o temsili tekrar ediyorum. Şöyle ki:

    Bir adam, bir hizmetkârına on altın verip “Mahsus bir kumaştan bir kat elbise yaptır.” emreder. İkincisine bin altın verir, bir pusula içinde bazı şeyler yazılı o hizmetkârın cebine koyar, bir pazara gönderir. Evvelki hizmetkâr, on altın ile a’lâ kumaştan mükemmel bir elbise alır. İkinci hizmetkâr, divanelik edip evvelki hizmetkâra bakıp, cebine konulan hesap pusulasını okumayarak bir dükkâncıya bin altın vererek bir kat elbise istedi. İnsafsız dükkâncı da kumaşın en çürüğünden bir kat elbise verdi. O bedbaht hizmetkâr, seyyidinin huzuruna geldi ve şiddetli bir te’dib gördü ve dehşetli bir azap çekti. İşte edna bir şuuru olan anlar ki ikinci hizmetkâra verilen bin altın, bir kat elbise almak için değildir. Belki mühim bir ticaret içindir.

    Aynen onun gibi insandaki cihazat-ı maneviye ve letaif-i insaniye ki her birisi hayvana nisbeten yüz derece inbisat etmiş. Mesela, güzelliğin bütün meratibini fark eden insan gözü ve taamların bütün çeşit çeşit ezvak-ı mahsusalarını temyiz eden insanın zaika-i lisaniyesi ve hakaikin bütün inceliklerine nüfuz eden insanın aklı ve kemalâtın bütün envaına müştak insanın kalbi gibi sair cihazları, âletleri nerede? Hayvanın pek basit, yalnız bir iki mertebe inkişaf etmiş âletleri nerede? Yalnız şu kadar fark var ki hayvan, kendine has bir amelde (münhasıran o hayvanda bir cihaz-ı mahsus) ziyade inkişaf eder. Fakat o inkişaf, hususidir.

    İnsanın cihazat cihetiyle zenginliği şu sırdandır ki: Akıl ve fikir sebebiyle insanın hâsseleri, duyguları fazla inkişaf ve inbisat peyda etmiştir. Ve ihtiyacatın kesreti sebebiyle çok çeşit çeşit hissiyat peyda olmuştur. Ve hassasiyeti çok tenevvü etmiş. Ve fıtratın câmiiyeti sebebiyle pek çok makasıda müteveccih arzulara medar olmuş. Ve pek çok vazife-i fıtriyesi bulunduğu sebebiyle âlât ve cihazatı ziyade inbisat peyda etmiştir. Ve ibadatın bütün envaına müstaid bir fıtratta yaratıldığı için bütün kemalâtın tohumlarına câmi’ bir istidat verilmiştir.

    İşte şu derece cihazatça zenginlik ve sermayece kesret, elbette ehemmiyetsiz muvakkat şu hayat-ı dünyeviyenin tahsili için verilmemiştir. Belki şöyle bir insanın vazife-i asliyesi, nihayetsiz makasıda müteveccih vezaifini görüp acz ve fakr ve kusurunu ubudiyet suretinde ilan etmek ve küllî nazarıyla mevcudatın tesbihatını müşahede ederek şehadet etmek ve nimetler içinde imdadat-ı Rahmaniyeyi görüp şükretmek ve masnuatta kudret-i Rabbaniyenin mu’cizatını temaşa ederek nazar-ı ibretle tefekkür etmektir.

    Ey dünya-perest ve hayat-ı dünyeviyeye âşık ve sırr-ı ahsen-i takvimden gafil insan! Şu hayat-ı dünyeviyenin hakikatini bir vakıa-i hayaliyede Eski Said görmüş. Onu Yeni Said’e döndürmüş olan şu vakıa-i temsiliyeyi dinle:

    Gördüm ki ben bir yolcuyum. Uzun bir yola gidiyorum, yani gönderiliyorum. Seyyidim olan zat, bana tahsis ettiği altmış altından tedricen birer miktar para veriyordu. Ben de sarf edip pek eğlenceli bir hana geldim. O handa bir gece içinde on altını kumara mumara, eğlencelere ve şöhret-perestlik yoluna sarf ettim. Sabahleyin elimde hiçbir para kalmadı. Bir ticaret edemedim. Gideceğim yer için bir mal alamadım. Yalnız o paradan bana kalan elemler, günahlar ve eğlencelerden gelen yaralar, bereler, kederler benim elimde kalmıştı.

    Birden ben o hazîn halette iken orada bir adam peyda oldu. Bana dedi: “Bütün bütün sermayeni zayi ettin. Tokada da müstahak oldun. Gideceğin yere de müflis olarak elin boş gideceksin. Fakat aklın varsa tövbe kapısı açıktır. Bundan sonra sana verilecek bâki kalan on beş altından her eline geçtikçe yarısını ihtiyaten muhafaza et. Yani gideceğin yerde sana lâzım olacak bazı şeyleri al.” Baktım, nefsim razı olmuyor. “Üçte birisini” dedi. Ona da nefsim itaat etmedi. Sonra “Dörtte birisini” dedi. Baktım, nefsim müptela olduğu âdetini terk edemiyor. O adam hiddetle yüzünü çevirdi, gitti.

    Birden o hal değişti. Baktım ki ben, tünel içinde sukut eder gibi bir süratle giden bir şimendifer içindeyim. Telaş ettim. Fakat ne çare ki hiçbir tarafa kaçılmaz. Garaibden olarak o şimendiferin iki tarafında pek cazibedar çiçekler, leziz meyveler görünüyordu. Ben de akılsız acemiler gibi onlara bakıp elimi uzattım. O çiçekleri koparmak, o meyveleri almak için çalıştım. Fakat o çiçekler ve meyveler, dikenli mikenli, mülakatında elime batıyor, kanatıyor. Şimendiferin gitmesiyle müfarakatından elimi parçalıyorlar, bana pek pahalı düşüyorlardı. Birden şimendiferdeki bir hademe dedi: “Beş kuruş ver, sana o çiçek ve meyvelerden istediğin kadar vereceğim. Beş kuruş yerine elin parçalanmasıyla yüz kuruş zarar ediyorsun. Hem de ceza var, izinsiz koparamazsın.”

    Birden sıkıntıdan ne vakit tünel bitecek diye başımı çıkarıp ileriye baktım. Gördüm ki tünel kapısı yerine çok delikler görünüyor. O uzun şimendiferden o deliklere adamlar atılıyorlar. Bana mukabil bir delik gördüm. İki tarafında iki mezar taşı dikilmiş. Merak ile dikkat ettim. O mezar taşında büyük harflerle “Said” ismi yazılmış gördüm. Teessüf ve hayretimden “Eyvah!” dedim. Birden o han kapısında bana nasihat eden zatın sesini işittim. Dedi: “Aklın başına geldi mi?” Dedim: “Evet geldi fakat kuvvet kalmadı, çare yok.” Dedi: “Tövbe et, tevekkül et.” Dedim: “Ettim!”

    Ayıldım… Eski Said kaybolmuş. Yeni Said olarak kendimi gördüm.

    İşte o vakıa-i hayaliyeyi –Allah hayretsin– bir iki kısmını ben tabir edeceğim, sair cihetleri sen kendin tabir et.

    O yolculuk ise âlem-i ervahtan, rahm-ı maderden, gençlikten, ihtiyarlıktan, kabirden, berzahtan, haşirden, köprüden geçen ebedü’l-âbâd tarafına bir yolculuktur. O altmış altın ise altmış sene ömürdür ki bu vakıayı gördüğüm vakit kendimi kırk beş yaşında tahmin ediyordum. Senedim yok, fakat bâki kalan on beşinden yarısını âhirete sarf etmek için Kur’an-ı Hakîm’in hâlis bir tilmizi beni irşad etti. O han ise benim için İstanbul imiş. O şimendifer ise zamandır. Her bir yıl bir vagondur. O tünel ise hayat-ı dünyeviyedir. O dikenli çiçekler ve meyveler ise lezaiz-i nâmeşruadır ve lehviyat-ı muharremedir ki mülakat esnasında tasavvur-u zevaldeki elem, kalbi kanatıyor. Müfarakatında parçalıyor. Cezayı dahi çektiriyor. Şimendifer hademesi demişti: “Beş kuruş ver, onlardan istediğin kadar vereceğim.” Onun tabiri şudur ki insanın helâl sa’yiyle meşru dairede gördüğü zevkler, lezzetler keyfine kâfidir. Harama girmeye ihtiyaç bırakmaz. Sair kısımları sen tabir edebilirsin…

    DÖRDÜNCÜ NÜKTE

    İnsan, şu kâinat içinde pek nazik ve nâzenin bir çocuğa benzer. Zaafında büyük bir kuvvet ve aczinde büyük bir kudret vardır. Çünkü o zaafın kuvvetiyle ve aczin kudretiyledir ki şu mevcudat ona musahhar olmuş. Eğer insan zaafını anlayıp kālen, halen, tavren dua etse ve aczini bilip istimdad eylese; o teshirin şükrünü eda ile beraber matlubuna öyle muvaffak olur ve maksatları ona öyle musahhar olur ki iktidar-ı zatîsiyle onun öşr-i mi’şarına muvaffak olamaz. Yalnız bazı vakit lisan-ı hal duasıyla hasıl olan bir matlubunu yanlış olarak kendi iktidarına hamleder. Mesela, tavuğun yavrusunun zaafındaki kuvvet, tavuğu arslana saldırtır. Yeni dünyaya gelen arslanın yavrusu, o canavar ve aç arslanı kendine musahhar edip onu aç bırakıp kendi tok oluyor. İşte cây-ı dikkat zaaftaki bir kuvvet ve şâyan-ı temaşa bir cilve-i rahmet…

    Nasıl ki nazdar bir çocuk ağlamasıyla ya istemesiyle ya hazîn haliyle matlublarına öyle muvaffak olur ve öyle kavîler ona musahhar olurlar ki o matlublardan binden birisine bin defa kuvvetçiğiyle yetişemez. Demek zaaf ve acz, onun hakkında şefkat ve himayeti tahrik ettikleri için küçücük parmağıyla kahramanları kendine musahhar eder. Şimdi böyle bir çocuk, o şefkati inkâr etmek ve o himayeti ittiham etmek suretiyle ahmakane bir gurur ile “Ben kuvvetimle bunları teshir ediyorum.” dese, elbette bir tokat yiyecektir.

    İşte insan dahi Hâlık’ının rahmetini inkâr ve hikmetini ittiham edecek bir tarzda küfran-ı nimet suretinde Karun gibi اِنَّمَٓا اُوتٖيتُهُ عَلٰى عِل۟مٍ yani “Ben kendi ilmimle, kendi iktidarımla kazandım.” dese, elbette sille-i azaba kendini müstahak eder.

    Demek şu meşhud saltanat-ı insaniyet ve terakkiyat-ı beşeriye ve kemalât-ı medeniyet; celb ile değil, galebe ile değil, cidal ile değil, belki ona, onun zaafı için teshir edilmiş, onun aczi için ona muavenet edilmiş, onun fakrı için ona ihsan edilmiş, onun cehli için ona ilham edilmiş, onun ihtiyacı için ona ikram edilmiş. Ve o saltanatın sebebi, kuvvet ve iktidar-ı ilmî değil, belki şefkat ve re’fet-i Rabbaniye ve rahmet ve hikmet-i İlahiyedir ki eşyayı ona teshir etmiştir. Evet, bir gözsüz akrep ve ayaksız bir yılan gibi haşerata mağlup olan insana, bir küçük kurttan ipeği giydiren ve zehirli bir böcekten balı yediren; onun iktidarı değil, belki onun zaafının semeresi olan teshir-i Rabbanî ve ikram-ı Rahmanîdir.

    Ey insan! Madem hakikat böyledir, gururu ve enaniyeti bırak. Uluhiyetin dergâhında acz ve zaafını, istimdad lisanıyla; fakr ve hâcatını, tazarru ve dua lisanıyla ilan et ve abd olduğunu göster. Ve حَس۟بُنَا اللّٰهُ وَنِع۟مَ ال۟وَكٖيلُ de, yüksel.

    Hem deme ki: “Ben hiçim, ne ehemmiyetim var ki bu kâinat bir Hakîm-i Mutlak tarafından kasdî olarak bana teshir edilsin, benden bir şükr-ü küllî istenilsin?”

    Çünkü sen, çendan nefsin ve suretin itibarıyla hiç hükmündesin. Fakat vazife ve mertebe noktasında, sen şu haşmetli kâinatın dikkatli bir seyircisi, şu hikmetli mevcudatın belâgatlı bir lisan-ı nâtıkı ve şu kitab-ı âlemin anlayışlı bir mütalaacısı ve şu tesbih eden mahlukatın hayretli bir nâzırı ve şu ibadet eden masnuatın hürmetli bir ustabaşısı hükmündesin.

    Evet ey insan! Sen, nebatî cismaniyetin cihetiyle ve hayvanî nefsin itibarıyla sağir bir cüz, hakir bir cüz’î, fakir bir mahluk, zayıf bir hayvansın ki bütün dehşetli mevcudat-ı seyyalenin dalgaları içinde çalkanıp gidiyorsun. Fakat muhabbet-i İlahiyenin ziyasını tazammun eden imanın nuruyla münevver olan İslâmiyet’in terbiyesiyle tekemmül edip; insaniyet cihetinde, abdiyetin içinde bir sultansın ve cüz’iyetin içinde bir küllîsin, küçüklüğün içinde bir âlemsin ve hakaretin içinde öyle makamın büyük ve daire-i nezaretin geniş bir nâzırsın ki diyebilirsin: “Benim Rabb-i Rahîm’im dünyayı bana bir hane yaptı. Ay ve güneşi, o haneme bir lamba; ve baharı, bir deste gül; ve yazı, bir sofra-i nimet; ve hayvanı, bana hizmetkâr yaptı. Ve nebatatı, o hanemin ziynetli levazımatı yapmıştır.”

    Netice-i kelâm: Sen eğer nefis ve şeytanı dinlersen esfel-i safilîne düşersin. Eğer Hak ve Kur’an’ı dinlersen a’lâ-yı illiyyîne çıkar, kâinatın bir güzel takvimi olursun.

    BEŞİNCİ NÜKTE

    İnsan, şu dünyaya bir memur ve misafir olarak gönderilmiş, çok ehemmiyetli istidat ona verilmiş. Ve o istidadata göre ehemmiyetli vazifeler tevdi edilmiş. Ve insanı, o gayeye ve o vazifelere çalıştırmak için şiddetli teşvikler ve dehşetli tehditler edilmiş. Başka yerde izah ettiğimiz vazife-i insaniyetin ve ubudiyetin esasatını şurada icmal edeceğiz. Tâ ki “ahsen-i takvim” sırrı anlaşılsın.

    İşte insan, şu kâinata geldikten sonra iki cihet ile ubudiyeti var: Bir ciheti; gaibane bir surette bir ubudiyeti, bir tefekkürü var. Diğeri; hazırane, muhataba suretinde bir ubudiyeti, bir münâcatı vardır.

    Birinci vecih şudur ki: Kâinatta görünen saltanat-ı rububiyeti, itaatkârane tasdik edip kemalâtına ve mehasinine hayretkârane nezaretidir.

    Sonra, esma-i kudsiye-i İlahiyenin nukuşlarından ibaret olan bedî’ sanatları, birbirinin nazar-ı ibretlerine gösterip dellâllık ve ilancılıktır.

    Sonra, her biri birer gizli hazine-i maneviye hükmünde olan esma-i Rabbaniyenin cevherlerini idrak terazisiyle tartmak, kalbin kıymet-şinaslığı ile takdirkârane kıymet vermektir.

    Sonra, kalem-i kudretin mektubatı hükmünde olan mevcudat sahifelerini, arz ve sema yapraklarını mütalaa edip hayretkârane tefekkürdür.

    Sonra, şu mevcudattaki ziynetleri ve latîf sanatları istihsankârane temaşa etmekle onların Fâtır-ı Zülcemal’inin marifetine muhabbet etmek ve onların Sâni’-i Zülkemal’inin huzuruna çıkmaya ve iltifatına mazhar olmaya bir iştiyaktır.

    İkinci vecih, huzur ve hitap makamıdır ki eserden müessire geçer, görür ki: Bir Sâni’-i Zülcelal, kendi sanatının mu’cizeleri ile kendini tanıttırmak ve bildirmek ister. O da iman ile marifet ile mukabele eder.

    Sonra görür ki bir Rabb-i Rahîm, rahmetinin güzel meyveleriyle kendini sevdirmek ister. O da ona hasr-ı muhabbetle, tahsis-i taabbüdle kendini ona sevdirir.

    Sonra görüyor ki bir Mün’im-i Kerîm, maddî ve manevî nimetlerin lezizleriyle onu perverde ediyor. O da ona mukabil; fiiliyle, haliyle, kāliyle, hattâ elinden gelse bütün hâsseleri ile cihazatı ile şükür ve hamd ü sena eder.

    Sonra görüyor ki bir Celil-i Cemil, şu mevcudatın âyinelerinde kibriya ve kemalini ve celal ve cemalini izhar edip nazar-ı dikkati celbediyor. O da ona mukabil, “Allahu ekber, Sübhanallah” deyip mahviyet içinde hayret ve muhabbet ile secde eder.

    Sonra görüyor ki bir Ganiyy-i Mutlak, bir sehavet-i mutlak içinde nihayetsiz servetini, hazinelerini gösteriyor. O da ona mukabil, tazim ve sena içinde kemal-i iftikar ile sual eder ve ister.

    Sonra görüyor ki o Fâtır-ı Zülcelal, yeryüzünü bir sergi hükmünde yapmış. Bütün antika sanatlarını orada teşhir ediyor. O da ona mukabil, “Mâşâallah” diyerek takdir ile “Bârekellah” diyerek tahsin ile “Sübhanallah” diyerek hayret ile “Allahu ekber” diyerek istihsan ile mukabele eder.

    Sonra görüyor ki bir Vâhid-i Ehad, şu kâinat sarayında taklit edilmez sikkeleriyle, ona mahsus hâtemleriyle, ona münhasır turralarıyla, ona has fermanlarıyla bütün mevcudata damga-i vahdet koyuyor ve tevhidin âyâtını nakşediyor. Ve âfak-ı âlemin aktarında vahdaniyetin bayrağını dikiyor ve rububiyetini ilan ediyor. O da ona mukabil, tasdik ile iman ile tevhid ile iz’an ile şehadet ile ubudiyet ile mukabele eder.

    İşte bu çeşit ibadat ve tefekküratla hakiki insan olur, ahsen-i takvimde olduğunu gösterir. İmanın yümnüyle emanete lâyık, emin bir halife-i arz olur.

    Ey ahsen-i takvimde yaratılan ve sû-i ihtiyarıyla esfel-i safilîn tarafına giden insan-ı gafil! Beni dinle. Ben de senin gibi gençlik sarhoşluğuyla gaflet içinde dünyayı hoş ve güzel gördüğüm halde, gençlik sarhoşluğundan ihtiyarlık sabahında ayıldığım dakikada, o güzel zannettiğim âhirete müteveccih olmayan dünyanın yüzünü nasıl çirkin gördüğümü ve âhirete bakan hakiki yüzü ne kadar güzel olduğunu, On Yedinci Söz’ün İkinci Makamı’nın 233-234’üncü sahifelerinde yazılan iki levha-i hakikate bak, sen de gör:

    Birinci Levha: Ehl-i dalalet gibi fakat sarhoş olmadan gaflet perdesiyle eskiden gördüğüm ehl-i gaflet dünyasının hakikatini tasvir eder.

    İkinci Levha: Ehl-i hidayet ve huzurun hakikat-i dünyalarına işaret eder. Eskiden ne tarzda yazılmış, o tarzda bıraktım. Şiire benzer fakat şiir değillerdir.

    سُب۟حَانَكَ لَا عِل۟مَ لَنَٓا اِلَّا مَا عَلَّم۟تَنَٓا اِنَّكَ اَن۟تَ ال۟عَلٖيمُ ال۟حَكٖيمُ

    رَبِّ اش۟رَح۟ لٖى صَد۟رٖى ۝ وَيَسِّر۟ لٖٓى اَم۟رٖى ۝ وَاح۟لُل۟ عُق۟دَةً مِن۟ لِسَانٖى ۝ يَف۟قَهُوا قَو۟لٖى

    اَللّٰهُمَّ صَلِّ وَ سَلِّم۟ عَلَى الذَّاتِ ال۟مُحَمَّدِيَّةِ اللَّطٖيفَةِ ال۟اَحَدِيَّةِ شَم۟سِ سَمَاءِ ال۟اَس۟رَارِ وَ مَظ۟هَرِ ال۟اَن۟وَارِ وَ مَر۟كَزِ مَدَارِ ال۟جَلَالِ وَ قُط۟بِ فَلَكِ ال۟جَمَالِ اَللّٰهُمَّ بِسِرِّهٖ لَدَي۟كَ وَ بِسَي۟رِهٖ اِلَي۟كَ اٰمِن۟ خَو۟فٖى وَ اَقِل۟ عُث۟رَتٖى وَ اَذ۟هِب۟ حُز۟نٖى وَ حِر۟صٖى وَ كُن۟ لٖى وَ خُذ۟نٖى اِلَي۟كَ مِنّٖى وَ ار۟زُق۟نِى ال۟فَنَاءَ عَنّٖى وَ لَا تَج۟عَل۟نٖى مَف۟تُونًا بِنَف۟سٖى مَح۟جُوبًا بِحِسّٖى وَاك۟شِف۟ لٖى عَن۟ كُلِّ سِرٍّ مَك۟تُومٍ يَا حَىُّ يَا قَيُّومُ يَا حَىُّ يَا قَيُّومُ يَا حَىُّ يَا قَيُّومُ وَ ار۟حَم۟نٖى وَار۟حَم۟ رُفَقَائٖى وَ ار۟حَم۟ اَه۟لَ ال۟اٖيمَانِ وَ ال۟قُر۟اٰنِ اٰمٖينَ يَا اَر۟حَمَ الرَّاحِمٖينَ وَ يَا اَك۟رَمَ ال۟اَك۟رَمٖينَ

    وَ اٰخِرُ دَع۟وٰيهُم۟ اَنِ ال۟حَم۟دُ لِلّٰهِ رَبِّ ال۟عَالَمٖينَ


    1. Αυτός ο λόγος αποτελείται από δύο ενότητες. Εδώ, λόγω της άξιας συσχέτισης του με αυτό το σημείο, θα αναφέρουμε μόνο τα Τέσσερα Σημεία του Πρώτου Θέματος από τον Εικοστό Τρίτο Λόγο.